Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Η τεχνολογία των αρχαίων Ελλήνων ως προέκταση - αναβάθμιση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και όχι ως μια αρρωστημένη ικανοποίηση συμπλεγματικών επιθυμιών


Όπως παντού (οικονομία, επιστήμη, πολιτική, τέχνη κ.λπ.), έτσι και στο ζήτημα τής τεχνολογίας οι Έλληνες επιζήτησαν την υπαγωγή του σε ένα πεδίο ανώτερης γνωστικής ενοποίησης, το οποίο είχε ως επίκεντρο τον Άνθρωπο. Η τεχνολογία έπρεπε να εξεταστεί ανθρωποκεντρικά και όχι, όπως σήμερα, ως κάτι δήθεν «αυθύπαρκτο», «ουδέτερο» και αυτονομημένο από την κοινωνία. Υπ΄ αυτή την έννοια οι Έλληνες ανάπτυξαν γνήσια τεχνική σκέψη, η οποία δεν προσφέρεται, για να ικανοποιεί τις τεχνολογικές «παραγγελίες» κάποιων εξουσιαστών.
Η τεχνική σκέψη των Ελλήνων δεν συνδέεται με την αναζήτηση τής Εξουσίας.
Η τεχνική σκέψη των αρχαίων Ελλήνων είναι προσανατολισμένη κατ΄ εξοχήν στην απαλλαγή από τον βιοποριστικό μόχθο και όχι στις άλλες παραμέτρους τής σύγχρονης παραγωγικής διαδικασίας (π.χ. κατοχύρωση «ευρεσιτεχνίας», μεγιστοποίηση τού κέρδους, «κατάκτηση» τής αγοράς κλπ.).
Σε ένα περίφημο χωρίο του(1), ο Αριστοτέλης απαξιώνει την εξαρτημένη εργασία και την εργασιακή ιεραρχία, όταν θεωρεί τη χρήση της κάτι καταναγκαστικό λόγω τής τεχνολογικής υστέρησης και, παράλληλα, προαναγγέλλει / εύχεται το τέλος της, όταν εκπληρωθούν κάποιες τεχνικές προϋποθέσεις: «Αν κάθε όργανο μπορούσε να κάνει τη δουλειά του, διατασσόμενο, ή προαισθανόμενο από μόνο του όπως λέγεται για τα αγάλματα τού Δαιδάλου ή τούς τρίποδες τού Ηφαίστου, οι οποίοι, όπως λέει ο ποιητής, “έτρεχαν μόνοι τους (αυτόματοι) στη συγκέντρωση των θεών”, αν λοιπόν οι σαΐτες ύφαιναν μόνες τους και τα πλήκτρα έκρουαν μόνα τους τις χορδές τής κιθάρας, τότε ούτε οι αρχιτεχνίτες θα είχαν ανάγκη από βοηθούς ούτε οι αφέντες από δούλους».
Επίσης στην Οδύσσεια τα πλοία των Φαιάκων λέγεται, ότι πλέουν μόνο με τη σκέψη των πλοηγών και, φυσικά, είναι ταχύτατα. Σε κάθε περίπτωση είναι εμφανές, ότι η τεχνολογία γίνεται αντιληπτή με τρόπο ορθολογικό, δηλαδή ως προέκταση / αναβάθμιση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και όχι ως μια αρρωστημένη ικανοποίηση συμπλεγματικών επιθυμιών (π.χ. για δύναμη, κερδοσκοπία κ.ά.). Οι δε τεχνολογικοί στόχοι τίθεντο ως απόρροια μιας γνήσιας και υγιούς φαντασιακής αντίληψης: ο σκοπός παρέμενε σε κάθε περίπτωση η αύξηση τής δημιουργικής σχόλης (και όχι κάποιου, γενικώς κι αορίστως αποκαλούμενου, «ελεύθερου χρόνου»), η απελευθέρωση από τον μόχθο και η ενασχόληση των ανθρώπων με πράγματα ουσιωδέστερα και δημιουργικότερα τού βιοπορισμού (το κυριότερο από τα οποία θεωρείτο η πολιτική, με την ελληνική βεβαίως έννοια: δηλαδή η αυτοπρόσωπη -και όχι «εκπροσωπούμενη»- ενασχόληση με τα κοινά και η αναζήτηση μιας αυτόνομης -και όχι ετερόνομης, όπως η σύγχρονη- κοινωνίας).
Το ότι ο σύγχρονος βιομηχανικός καπιταλισμός εφηύρε... την τεχνολογία είναι ένας από τούς μεγαλύτερους μύθους - παγίδες τής εποχής μας. Κατ΄ αυτό τον τρόπο ο διανοητικά παραπλανημένος σύγχρονος άνθρωπος, ο οποίος δικαιολογημένα θέλει να απολαμβάνει τα πλεονεκτήματα τής τεχνολογίας, αδυνατεί να φανταστεί έναν κόσμο χωρίς τον υποτιθέμενο "πατέρα" τής τεχνολογίας, δηλαδή τον καπιταλισμό (και κατ΄ επέκταση την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, τον συνεχή πόλεμο τόσο σε ενδοκοινωνικό, όσο και "εθνικό" επίπεδο, τη θανάσιμη μόλυνση τού περιβάλλοντος, την συνεχή εντατικοποίηση τής ζωής κ.λπ., συνέπειες, που τις αντιλαμβάνεται, λανθασμένα, ως αναγκαία κακά).
Ωστόσο, ο καπιταλισμός, όχι μόνο δεν είναι ο "πατέρας" τής τεχνολογίας (αφού η τεχνολογική σκέψη υπάρχει και πραγματώνεται ήδη από την αρχαιότητα), αλλά, αντίθετα, είναι ο νεκροθάφτης τής γνήσιας τεχνολογικής εξέλιξης και δημιουργικότητας. Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα (είτε στην κλασική δυτική είτε στην τέως λενινοσταλινική εκδοχή του) εμπορευματοποίησε την τεχνολογία, την έθεσε στην υπηρεσία των αφεντικών - ιδιοκτητών τού κοινωνικού κοπαδιού και φρενάρει κάθε εναλλακτικό, μη εμπορευματοποιημένο και δημιουργικό τεχνολογικό δρόμο. Ο άνθρωπος ως μηχανή (ή ως μέρος τής μηχανής) αποτέλεσε και αποτελεί το εφιαλτικό ιδεώδες τόσο τού κλασικού όσο και τού πρώην λενινοσταλινικού καπιταλιστικού μοντέλου. Η αληθινή τεχνολογία, αυτή που θα απελευθερώσει τον άνθρωπο από τον μόχθο (όπως δηλαδή την φαντάστηκαν οι Έλληνες), θα είναι αυτή, που θα ανθίσει σε ένα κοινωνικό περιβάλλον χωρίς ανταγωνισμό, στρατιωτικοποίηση, ιεραρχία, αλλοτρίωση από τον εαυτό και επιθετικότητα απέναντι στη Φύση.
Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκε η παρ΄ ολίγο πρώτη βιομηχανική επανάσταση τής Ιστορίας στην ελληνιστική Αίγυπτο. Επιστήμονες μηχανικοί, όπως ο Ήρων, ή ο Αρχύτας, δεν ήσαν απλοί εφευρέτες, που ενεργούσαν ως παραγγελιοδόχοι κάποιων οικονομικά ισχυρών τής εποχής. Υπήρξαν άνθρωποι με γνήσια τεχνολογική σκέψη, γιατί απώτερος σκοπός τους παρέμεινε πάντα η απελευθέρωση από τον μόχθο τής βιοπάλης και η εξασφάλιση χρόνου σχόλης.
Η τεχνολογία τής ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής, για την οποία έχουμε λάβει γνώση (με πιο γνωστό παράδειγμα αυτό τού λεγόμενου «Μηχανισμού των Αντικυθήρων»), δεν είναι απλώς τεχνικές εφευρέσεις, αλλά μαρτυρά ένα υπόβαθρο προχωρημένης και κοινωνικά προσανατολισμένης τεχνικής φαντασίας και σκέψης. Οι τεχνολογικές καινοτομίες τής αρχαιότητας φανερώνουν προέλευση από ανθρώπους, που τους απασχολούσαν τα συλλογικά οφέλη τής τεχνολογίας κι όχι η ιδιοποίησή της από κάποιους κοινωνικά ισχυρούς. Οι τελευταίοι (π.χ. οι δουλοκτήτες τής ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου) σκέφτηκαν εντελώς οικονομίστικα κι έτσι σπουδαιότατες επιστημονικές εφαρμογές, όπως π.χ. αυτή τής ατμοδύναμης δεν μπόρεσαν να καταργήσουν την εκτεταμένη χρήση τής υπερπροσφερόμενης και φθηνής εργασίας των δούλων.
Έτσι, τα τεχνολογικά επιτεύγματα των αρχαίων επιστημόνων κατάντησαν να «αξιοποιηθούν» μόνο από τα ιερατεία τής εποχής προς εντυπωσιασμό των θρησκευομένων μαζών. (Διαβάστε εδώ: Η αρχαία επιστήμη στην υπηρεσία τού 12θεϊστικού ιερατείου). Εν συνεχεία ο χριστιανισμός, μια θρησκεία για δούλους, προκειμένου να μην χάσει το πολυάριθμο ποίμνιό του και τους πλούσιους πάτρωνές του, επιχείρησε την εξαφάνιση τού Ελληνικού Πολιτισμού και Ανθρωπισμού. Η δουλεία γενικεύθηκε μέσω τού μετασχηματισμού της σε δουλοπαροικία και έπρεπε να περιμένουμε μέχρι τον 18ο αιώνα, για να επανακαλυφθούν οι εφαρμογές τού ατμού και να κατασκευαστεί η πρώτη ατμομηχανή.
Ο μύθος περί «ουδετερότητας» τής τεχνολογίας και ο εγγενής προορισμός των τεχνολογικών εργαλείων
Κάθε κοινωνία φτιάχνει τα εργαλεία, που ταιριάζουν στους σκοπούς της και στις ιεραρχήσεις των αναγκών της. Π.χ. αν ο στόχος είναι η ικανοποίηση μιας συγκεκριμένης ανάγκης τής κοινωνίας εν γένει, τότε τα εργαλεία, που θα επινοηθούν και θα χρησιμοποιηθούν, θα είναι τελείως διαφορετικά από εκείνα, που θα επινοούνταν αν η εν λόγω ανάγκη αφορούσε μόνο σε ένα ορισμένο τμήμα (= «κομμάτι αγοράς», ή κάστα δύναμης) τού πληθυσμού.
Κατά συνέπεια, ο τρόπος που προσδιορίζονται οι ανάγκες σε μια κοινωνία έχει άμεση επίπτωση στην κατασκευή των τεχνολογικών της εργαλείων. Η τεχνολογία δεν είναι κάτι, που μπορεί να εξεταστεί γενικώς, κι ούτε η τεχνολογία με τη μορφή που έχει σήμερα αποτέλεσε μονόδρομο. Αντιθέτως, η εκάστοτε τεχνολογία είναι αποτέλεσμα επιλογής μιας κοινωνίας ανάμεσα σε πολλούς διαφορετικούς τεχνολογικούς δρόμους.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης(2) έχει τοποθετήσει το ζήτημα στη σωστή του διάσταση, όταν επισημαίνει, ότι διαφορετικού είδους κοινωνίες με διαφορετικό προσδιορισμό αναγκών, παράγουν και διαφορετικού είδους εργαλεία: «Tα εργαλεία που έχει εισάγει στην παραγωγή, αλλά και παντού ο καπιταλισμός, δεν είναι κοινωνικά “ουδέτερα” τεχνικά μέσα. Ανταποκρίνονται στην αναγκαία τάση τού καπιταλισμού να περιορίζει όσο το δυνατό περισσότερο την κυριαρχία και την πρωτοβουλία τού ανθρώπου πάνω στη δουλειά του. Αυτή την τάση δεν την “εξυπηρετούν” εξωτερικά: την εκφράζουν και την ενσωματώνουν. Για να αλλάξει πραγματικά η παραγωγή, η ζωή των ανθρώπων και η στάση τους απέναντι στην κοινωνία, πρέπει να αλλάξει η σχέση των ανθρώπων με την εργασία τους, δηλαδή πρέπει να αισθάνονται την εργασία τους σαν δική τους. Αυτό σημαίνει, ότι οι άνθρωποι κυριαρχούν στις μηχανές κι όχι οι μηχανές στους ανθρώπους. Κι αυτό συνεπάγεται άμεσα: άλλη οργάνωση τής δουλειάς και άλλου είδους μηχανές. Δεν είναι νοητή μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία, όπου το ποιές και τί είδους μηχανές θα κατασκευαστούν να αποφασίζεται ερήμην εκείνων, που θα τις δουλέψουν. Την οδηγό ιδέα μάς την προσφέρει, κατά τη γνώμη μου, η αρχική σχέση του ανθρώπου με το εργαλείο (ή όπλο) του. Ο λεγόμενος πρωτόγονος φτιάχνει ο ίδιος το τόξο του πάνω στα δικά του μέτρα και ανάλογα με τις προσωπικές του ιδιότητες Έτσι, στη μυθολογική προέκταση και προβολή αυτής τής κατάστασης, το τόξο τού Οδυσσέα μόνο ο Οδυσσέας μπορεί να το τανύσει, το σπαθί τού Ζήγκφρηντ μόνο ο Ζήγκφρηντ μπορεί να το χειριστεί».
Το τεχνολογικό εργαλείο δεν είναι -όπως αφελώς πιστεύεται- κάτι δήθεν ουδέτερο, που η «καλή», ή «κακή» χρήση θα τού προσδώσει ηθική ταυτότητα, αλλά η ταυτότητά του αυτή είναι εξ αρχής δοσμένη από τον σκοπό, για τον οποίο φτιάχτηκε και από τις ανάγκες, τις οποίες προορίστηκε να ικανοποιήσει. Το τεχνολογικό εργαλείο κουβαλάει εγγενώς τον σκοπό τού κατασκευαστή του, κοινωνικές σχέσεις και αξίες, κοινωνικώς ιεραρχημένες προτεραιότητες και, εν τέλει, κοινωνική ιδεολογία.
Για παράδειγμα:
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που συνυπάρχει με τη φύση, είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που η σχέση της με τη φύση έχει διαταραχθεί.
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που βασίζεται στην ταύτιση ατομικού και συλλογικού συμφέροντος, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που καθαγιάζει τον εξοντωτικό ανταγωνισμό των μελών της.
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που θα αυτοπροσδιορίζεται ως προς τις ανάγκες της, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), όπου οι ανάγκες έχουν μετατραπεί σε «αγορά» και σε πολλά υποσχόμενο πεδίο «επιστημονικών» ερευνών και, φυσικά, «χειρισμών».
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, όπου η εργασία θα θεωρείται ταυτόσημη με τη δημιουργία, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που κατατρύχεται από την μανιοκαταθλιπτική ψύχωση τής κερδοσκοπικής «παραγωγικότητας».
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που βασίζεται στην ολόπλευρη προσωπική (και άρα συλλογική) εξέλιξη και ολοκλήρωση, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), όπου η αντίληψη τής εργασίας ως εμπορεύματος οδηγεί σε αντιεξελικτική αλλοτρίωση από τον εαυτό.
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που βασίζεται στην αμοιβαιότητα, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που καθαγιάζει την με κάθε μέσο απόσπαση κέρδους.
- Τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που βασίζεται στον ισότιμο συνεργατικό καταμερισμό, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που βασίζεται στον ιεραρχικό καταμερισμό και στο δικαίωμα κάποιων να αποφασίζουν και να διατάζουν (είτε εντός, είτε εκτός των χώρων παραγωγής).
- Κατά τον ίδιο τρόπο τα εργαλεία μιας κοινωνίας, που αντιλαμβάνεται την πολιτική με την αυθεντική ελληνική έννοια, δηλαδή ως αναζήτηση τής ατομικής και συλλογικής αυτονομίας, θα είναι τελείως διαφορετικά από αυτά μιας κοινωνίας (όπως η σύγχρονη), που θα αντιλαμβάνεται την πολιτική ως την τέχνη τού εξουσιασμού (και τής ετερονομίας).
Στις πρώτες περιπτώσεις τα εργαλεία θα πρέπει να έχουν σχεδιαστεί με βασικό στόχο π.χ. να μην εξαντλούν ενεργειακά το φυσικό περιβάλλον και να ικανοποιούν σε σταθερή, μακροχρόνια και ασφαλή βάση τις ανθρώπινες ανάγκες. Επίσης, οι χρησιμοποιούμενες μορφές ενέργειας, πρώτων υλών κ.λπ. θα επιλέγονται με κριτήριο την, όσο γίνεται, αμεσότερη διαχείρισή τους από τους πολίτες, την τοπική ενεργειακή αυτάρκεια και την δημιουργία μιας κοινωνικής ενεργειακής δημοκρατίας, στην οποία όλοι θα έχουν ίσες δυνατότητες πρόσβασης. Παραπλανητικές επιστημονικοφανείς επινοήσεις, όπως η «ελαχιστοποίηση τού χρηματικού κόστους», ή η «ταχύτητα στην επίτευξη των παραγωγικών στόχων» θα συζητιούνται μόνο ως μακάβρια ανέκδοτα (στην πραγματικότητα η μεμονωμένη επιχειρηματική «ελαχιστοποίηση τού κόστους» αποβαίνει μεγιστοποίηση για την κοινωνία, ενώ η «ταχύτητα στην επίτευξη των επιχειρηματικών στόχων» συχνότατα υποσκάπτει και αναβάλλει την ικανοποίηση των ουσιαστικών κοινωνικών αναγκών, όπως τού προσωπικού χρόνου). Αντιθέτως, το ζητούμενο θα είναι η ποιότητα ζωής. Οι οικονομολόγοι μιας τέτοιας κοινωνίας δεν θα αποβλακώνονται με τις προσφιλείς τους αλγεβρικές ομφαλοσκοπήσεις, αλλά θα εφαρμόζουν μια οικονομική επιστήμη, που θα έχει επανακτήσει το αρχικό της ελληνικό νόημα ως πολιτικής οικονομίας: διαχείριση των υποθέσεων της κοινωνίας σαν να πρόκειται για ένα ενιαίο σύνολο ενός ενιαίου οίκου(3).
Στις δεύτερες περιπτώσεις τα τεχνολογικά εργαλεία είναι πολύ λιγότερο «απαιτητικά» και έχουν σχεδιαστεί με πολύ φτωχότερες προδιαγραφές: είναι θορυβώδη, ρυπογόνα, τοξικά, ενεργοβόρα και, γενικώς, πρωτόγονα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τεχνολογικά σοφίσματα, απολύτως περιορισμένων δυνατοτήτων, τα οποία πολύ μακρινή σχέση έχουν με την αυθεντική και ολοκληρωμένη τεχνική σκέψη, όπως την εννοούσαν οι Έλληνες. Το κυριότερο, αναπαράγουν την εξουσιαστική / ιεραρχική κοινωνική σχέση στον τόπο παραγωγής. Η σχέση αυτή εκφράζεται ως διάκριση ανάμεσα σε διευθύνοντες και εκτελεστές(2). Μια τέτοια τεχνολογία αποτελεί κτήμα και όπλο μιας κυρίαρχης και παρασιτικής μειοψηφίας. Μέσω τής κατανάλωσης των αντίστοιχων προϊόντων, η εξουσιαστική σχέση περνάει και διαιωνίζεται στην κοινωνία.
Έτσι δεν είναι περίεργο, που ενώ η εποχή μας διαθέτει απεριόριστη «τεχνολογία», οι ώρες π.χ. τής δημιουργικής σχόλης (το βασικό ζητούμενο των αρχαίων επιστημόνων) δεν έχουν αυξηθεί.. Αντίθετα, ο σημερινός άνθρωπος δεν διευθύνει ούτε καν αυτό το κίβδηλο πράγμα, που παραπλανητικά αποκαλείται «ελεύθερος χρόνος» του.
«Τα εργαλεία, που έχει εισάγει στην παραγωγή αλλά και παντού ο καπιταλισμός δεν είναι κοινωνικά “ουδέτερα” τεχνικά μέσα. Ανταποκρίνονται στην αναγκαία τάση τού καπιταλισμού να περιορίζει όσο το δυνατό περισσότερο την κυριαρχία και την πρωτοβουλία τού ανθρώπου πάνω στη δουλειά του. Αυτή την τάση δεν την “εξυπηρετούν” εξωτερικά: την εκφράζουν και την ενσωματώνουν. Για να αλλάξει πραγματικά η παραγωγή, η ζωή των ανθρώπων και η στάση τους απέναντι στην κοινωνία, πρέπει να αλλάξει η σχέση των ανθρώπων με την εργασία τους, δηλαδή πρέπει να αισθάνονται την εργασία τους σαν δική τους. Αυτό σημαίνει, ότι οι άνθρωποι κυριαρχούν στις μηχανές κι όχι οι μηχανές στους ανθρώπους. Κι αυτό συνεπάγεται άμεσα: άλλη οργάνωση τής δουλειάς και άλλου είδους μηχανές. Δεν είναι νοητή μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία, όπου το ποιες και τί είδους μηχανές θα κατασκευαστούν να αποφασίζεται ερήμην εκείνων, που θα τις δουλέψουν.» (Κορνήλιος Καστοριάδης).
Η χειραγώγηση -και καθυστέρηση- τής σύγχρονης τεχνολογικής έρευνας
Ακόμα και η πολυδιαφημισμένη πανεπιστημιακή έρευνα στις περισσότερες περιπτώσεις δεν είναι παρά διεκπεραίωση τεχνολογικών παραγγελιών κάποιων μεγάλων επιχειρήσεων - χρηματοδοτών («χορηγών»): πρόκειται για την -πονηρά διατυπωμένη- «σύνδεση τού πανεπιστημίου με την παραγωγή». (Στην πραγματικότητα πρόκειται για υπαγωγή τού πανεπιστημίου στις ορέξεις μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι η σύνδεση τής επιστημονικής γνώσης με τις κοινωνικές ανάγκες).
Συχνότατα ευνοείται η εμμονή σε ξεπερασμένες τεχνολογικές λύσεις, θνησιγενείς και με ρυπογόνα λειτουργία (π.χ. κινητήρες εσωτερικής καύσης με έμβολο, αντί για τον απλούστερο, περίπου άφθαρτο και «καθαρό» περιστροφικό κινητήρα, στον οποίο δεν έχει δοθεί η πρέπουσα ερευνητική σημασία). Η ύποπτη και συνεννοημένη εμμονή σε αυτού τού είδους την τεχνολογία επιδιώκεται, για να μην θιγούν οι τρόποι, με τους οποίους κερδοσκοπούν οι κάτοχοι - χειραγωγοί τής τεχνολογίας. Ενώ δεν χρηματοδοτούνται έρευνες, από τις οποίες δεν έχουν οικονομικό συμφέρον οι επιχειρήσεις.
Με αυτόν τον τρόπο οι σημερινές «ηγετικές» επιχειρήσεις φρενάρουν την τεχνολογική εξέλιξη και ενεργούν σαν τη δουλοκτητική Ρώμη, η οποία προτιμούσε τη δουλική εργασία από τις απελευθερωτικές τεχνολογικές καινοτομίες των Ελλήνων επιστημόνων: «Ενώ λοιπόν πολλοί έχουν παρασυρθεί ή παρασύρουν στην εντύπωση, ότι η κυριαρχία τής αγοράς στην έρευνα οδηγεί σε άνθιση, χρήσιμο είναι να θυμόμαστε τις αγκυλώσεις, που προκύπτουν από τη βασική συνθήκη: η αγορά αδιαφορεί για χρηματοδοτήσεις, που δεν προάγουν τα κέρδη. Οι ανιδιοτελείς έρευνες, που χρηματοδοτούνται από ιδιώτες αποτελούν εξαιρέσεις, ανεπαίσθητες στις στατιστικές και στη γενική πολιτική. Ας αναλογιστούμε τα απλά παραδείγματα: πόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχει η αγορά κινητής τηλεφωνίας, για την εκπόνηση ερευνών, που θα αποκαλύπτουν επικινδυνότητα τής ακτινοβολίας των συσκευών; Χαρακτηριστικός είναι ιδίως ο τομέας τού περιβάλλοντος. Η αγορά γενικά δεν ενδιαφέρεται για έρευνες, που με τα ευρήματά τους θα περιορίσουν τον κύκλο εργασίας (π.χ. λόγω ρύπων) ή θα υποχρεώσουν σε δαπάνες (π.χ. για φίλτρα). Επιδιώκοντας ακριβώς το αντίθετο, φτάνει μέχρι τη χρηματοδότηση μυθιστορημάτων, που υποβάλλουν την ιδέα, ότι το γήινο περιβάλλον δεν κινδυνεύει. Μειωμένα είναι επίσης τα ιδιωτικά κίνητρα για έρευνες με προϊόντα, που μπορούν να αξιοποιηθούν από όλους ή αλλιώς τόσο “από την επιχείρησή μας” όσο και από τους ανταγωνιστές. Γι΄ αυτό και κάποιες κοινωφελείς έρευνες μπορεί κάποτε να προκηρυχθούν από εταιρείες μονοπωλιακές, αλλ΄ όχι και από ανταγωνιστικές.»(4).
Το εντέχνως προκαλούμενο ψευδοδίλημμα ως προς την επιλογή της τεχνολογίας, ή ενός «φυσικού τρόπου ζωής», είναι άνευ νοήματος. Η τεχνολογία είναι ένα εξελικτικό στάδιο του ζώου «Άνθρωπος» και ως τέτοια πρέπει να πραγματωθεί. Από την άλλη, η υπάρχουσα τεχνολογία δεν ήταν κάποιος μονόδρομος, αλλά επιλέχθηκε (και εξακολουθεί να επιλέγεται) ανάμεσα σε πολλά άλλα διαφορετικά είδη τεχνολογίας. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να επιλέξουμε ανάμεσα στον «φυσικό τρόπο ζωής» και την τεχνολογία, αλλά ανάμεσα σε διάφορα είδη τεχνολογίας. Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει μια επιλογή τού τύπου κοινωνίας και των αξιών - σημασιών της.
Σημειώσεις:
(1) Πολιτικά, I, 1253 b33 - 1254 a1 (νεοελληνική απόδοση Τάσου Κουκουλιού).
(2) Το επαναστατικό πρόβλημα σήμερα, εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα 1984.
(3) Βλ. Μάρεϋ Μπούκτσιν, Η σύγχρονη οικολογική κρίση, εκδόσεις Βιβλιόπολις, Αθήνα 1993.
(4) Τα τεχνάσματα της νέας ερευνητικής πολιτικής, άρθρο τού καθηγητή Α.Π.Θ., Ν. Παρασκευόπουλου, στην Ελευθεροτυπία, φύλλο 20/2/2008.
Θεόδωρος Λαμπρόπουλος