Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

"Για να γίνει κανείς αυτό που είχαμε γίνει εμείς οι Beatles, πρέπει να ταπεινωθεί πέρα για πέρα"...


Δεν πιστεύω πια στους μύθους και οι Beatles ήταν ένας μύθος. Δεν πιστεύω πια σε αυτόν, το όνειρο τελείωσε. Και δεν μιλάω μόνο για τους Beatles, μιλάω για όλην εκείνη την γενιά. Το όνειρο τελείωσε, και εμείς πρέπει να προσγειωθούμε στην λεγόμενη πραγματικότητα. Όσα περισσότερα πράγματα κερδίζαμε, τόσα περισσότερη μη πραγματικότητα είχαμε να αντιμετωπίσουμε, τόσο περισσότερα περίμεναν από εμάς να κάνουμε – ώσπου κάποτε παραλείπαμε να σφίξουμε το χέρι κάποιας κυρίας δημάρχου και εκείνη άρχιζε να μας βρίζει και να ξεφωνίζει και να λέει «Πώς τολμάτε !». Είχαμε την υποχρέωση, υποτίθεται, να αφήνουμε τους δημάρχους να μας κάνουν ό,τι θέλουν, όχι μόνο να μας πιάνουν, αλλά και να μας πατάνε. Αν δεν δεχόμασταν να δούμε τις κόρες τους, που ακόμα δεν είχαν βγει από το αυγό, μας απειλούσαν πάντοτε με το τι θα πούνε για εμάς στους δημοσιογράφους και με την μεγάλη δυσφήμιση που είχαν πρόθεση να μας κάνουν. Είχαμε παντού και πάντα να αντιμετωπίσουμε τις κόρες των αστυνομικών διευθυντών ή των δημάρχων, που είναι τα πιο απαίσια παιδιά που υπάρχουν, επειδή βέβαια και οι γονείς τους είναι οι πιο απαίσιοι.
Εγώ δεν μπορούσα να κάθομαι να με προσβάλλουν εκείνες οι ψωροφαντασμένες μικροαστές κυράτσες και εκείνα τα σαχλοκόριτσα. Με πλήγωνε αυτό, με έκανε άνω – κάτω, και πολλές φορές τις έβριζα. Ήταν κάτι το φοβερό. Για να γίνει κανείς αυτό που είχαμε γίνει εμείς οι Beatles, πρέπει να ταπεινωθεί πέρα για πέρα. Και αυτό είναι που με κάνει να αγανακτώ. Με έκανε δηλαδή. Δεν ήξερα, δεν είχα προβλέψει. Το πράγμα συνέβη λίγο – λίγο και από μόνο του, μέχρι που βρέθηκα τελικά τριγυρισμένος από εκείνη την απόλυτη τρέλλα, μέχρι που βρέθηκα στο σημείο να κάνω ό,τι ακριβώς δεν ήθελα να κάνω και πλαισιωμένος από τύπους ανθρώπων που τους μισούσα όταν ήμουν 10 χρονών…
… Στον μύθο των Beatles πιστέψαμε και εμείς οι ίδιοι. Δεν ξέρω αν οι άλλοι εξακολουθούν να πιστεύουν ή όχι. Τέσσερα παιδιά ήμασταν, απλώς τέσσερα παιδιά. Γνώρισα τον Πωλ και του είπα «θέλεις να μπεις στο συγκρότημά μου;». Καταλαβαίνετε, τέτοια απλά πράγματα. Ύστερα έσμιξε μαζί μας και ο Τζωρτζ και έπειτα ο Ρίνγκο. Δεν υπήρξαμε τίποτε περισσότερο από ένα μουσικό συγκρότημα που απλώς τα κατάφερε αρκετά καλά. Τίποτε άλλο.
Η καλύτερή μας δουλειά δεν ηχογραφήθηκε ποτέ. Γιατί υπήρξαμε άνθρωποι της σκηνής. Τα όσα δημιουργούσαμε όταν παίζαμε γνήσιο ροκ, ήταν κάτι το ασύλληπτο. Κανείς δεν μπορούσε να μας φθάσει στην Αγγλία. Ύστερα πιάσαμε την καλή και οι Beatles πέθαναν ως μουσικοί. Για αυτό και ως μουσικοί δεν βελτιωθήκαμε από εκεί και πέρα. Αυτοκτονήσαμε για να πιάσουμε την καλή. Και αυτό ήταν το τέλος μας. Οι περιοδείες των Beatles θύμιζαν «Σατυρικόν» του Φελλίνι. Αυτή ήταν η εικόνα που δίναμε τότε. Οι παρέες μας δεν ήταν εκείνο που θα περιέγραφε κανείς ως καλά κορίτσια. Και όταν δεν υπήρχαν ούτε αυτά, τότε οπωσδήποτε καταφεύγαμε σε πόρνες, όπου κι αν πηγαίναμε. Όταν φθάναμε σε κάποια πόλη, του δίναμε και καταλάβαινε. Ξέρετε, υπάρχουν φωτογραφίες μου που με δείχνουν να σέρνομαι με τα γόνατα καθώς βγαίνω από ένα πορνείο στο Άμστερνταμ, ενώ ο κόσμος περνάει και με καλημερίζει. Και σε όλα αυτά τα μέρη μας συνόδευε η αστυνομία, γιατί δεν ήθελαν να γίνει κανένα μεγάλο σκάνδαλο. ΜΕΓΑΛΑ ΜΟΥΤΡΑ, αυτό ήμασταν τελικά οι Beatles. Για να πιάσει κανείς την καλή, όπως εμείς, πρέπει υποχρεωτικά να είναι μούτρο. Και οι Beatles ήμασταν τα μεγαλύτερα μούτρα του κόσμου…
…Για τις συνέπειες που είχαν οι Beatles στην ιστορία της Αγγλίας δεν ξέρω φυσικά τι να πω. Οι άνθρωποι που κρατούν τα ηνία, που έχουν την εξουσία και ορίζουν το ταξικό σύστημα και την αστική νομιμότητα, εξακολουθούν να είναι οι ίδιοι που ήταν πριν, μόνο που τώρα απλώς ένα μεγάλο πλήθος παιδιών της μεσοαστικής τάξεως κυκλοφορούν στο Λονδίνο με μακριά μαλλιά και με φθαρμένα ρούχα. Τα ίδια όμως καθάρματα εξακολουθούν να κρατούν τα ηνία, οι ίδιοι άνθρωποι εξακολουθούν να καταστρέφουν τα πάντα. Όσοι δείχνουμε ευαισθησίες και θέλουμε να προβάλουμε αντίσταση είμαστε μία μειονότητα. Πάντα μειονότητα ήταν άλλωστε οι άνθρωποι του είδους αυτού. Απλώς, για τον έναν ή τον άλλον λόγο, τώρα τυχαίνει να είμαστε μια κάπως μεγαλύτερη μειονότητα.
John Lennon