Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

Η οικονομική ανάκαμψη δεν επιτυγχάνεται με το μαύρισμα της ψυχής του πολίτη


Η σταθεροποίηση των δημοσιονομικών είναι απαραίτητο στοιχείο μιας οικονομικής πολιτικής, αλλά δεν μπορεί να είναι η αρχή και το τέλος κάθε πολιτικής. Η σταθεροποίηση της οικονομίας δεν πρέπει να πραγματοποιηθεί με το «μαύρισμα της ψυχής του πολίτη» και με τρόπο που να οδηγήσει στην ύφεση. Δεν μπορεί, δεύτερον, να υλοποιηθεί ενάντια στην κοινωνία, αλλά μόνο με την εμπιστοσύνη της. Άρα θα πρέπει να αποδείξει ότι στρέφεται συστηματικά, ανάμεσα στα άλλα, και ενάντια στην παραοικονομία και το μαύρο χρήμα. Ότι είναι κοινωνικά δίκαιη. Τέλος, τρίτο, μακρόχρονα δεν έχει νόημα οποιαδήποτε πολιτική σταθεροποίησης των δημοσιονομικών μεγεθών αν δεν συνδυαστεί με μέτρα ανάπτυξης.
Η νίκη των αγορών είναι ήττα της πολιτικής.
Όταν νικάνε οι αγορές σε βάρος της πολιτικής, σημαίνει ότι κερδίζουν οι έχοντες και οι κατέχοντες. Ότι η οικονομική πολιτική, μαζί με ορισμένα ΜΜΕ, στοχοποιεί τους μισθωτούς. Πρόκειται για μια επιλογή που κινδυνεύει να αφήσει εκ των πραγμάτων στο απυρόβλητο εκείνους που χρωστάνε εκατοντάδες εκατομμύρια στα ασφαλιστικά ταμεία, που φοροδιαφεύγουν και ασκούνται ακόμα και στην φοροκλοπή. Η αντίληψη ότι όλοι και όλα, ιδιαίτερα η πολιτική, πρέπει να υποταχθεί στις αγορές υπήρξε η κύρια αιτία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Στην Ελλάδα η κρίση αυτή συγχωνεύτηκε με την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, καθώς και με παλαιότερα διαρθρωτικά προβλήματα. Σε κάθε περίπτωση, η κύρια αιτία της κρίσης ήταν η κατάληψη όλων των παρυφών και κορυφών της οικονομίας από νεοφιλελεύθερα δόγματα και τις χωρίς έλεγχο και ρύθμιση αγορές. Η κατάληψή τους από τα μεγαλολαμόγια και τους αεριτζήδες. Τώρα που η κρίση έχει οξυνθεί στην Ελλάδα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που προσπαθούν να μας κάνουν να ξεχάσουμε το ποιες συνταγές και με πιο τρόπο μας οδήγησαν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Εξακολουθούν δε, να επιμένουν ότι η έξοδος από την κρίση βρίσκεται στην εκ νέου εφαρμογή εκείνων των συνταγών που δημιούργησαν την κρίση, όπως εκείνης του περιορισμού της ζήτησης και της λαϊκής κατανάλωσης. Μια τέτοια επιλογή, όμως, θα προκαλέσει παραπέρα αναδιανομή εισοδημάτων σε βάρος των μισθωτών και των μικρών εισοδημάτων, υπέρ του πλούτου. Από ένα τέτοιο πανηγύρι θα εξέλθουν τροπαιούχοι τα καρτέλ, η παραοικονομία, το αεριτζίδικο και αρπακτικό κεφάλαιο, ιδιαίτερα οι κερδοσκόποι από τις διεθνείς αγορές. Όλοι όσοι έχουν χαθεί από την οπτική των μέτρων της σημερινής οικονομικής πολιτικής. Σε τέτοια πλαίσια, όμως, εκείνοι που καλούνται να πληρώσουν «τη νύφη» θα αναρωτιούνται για ποιο λόγο δεν λαμβάνονται μέτρα στην Ελλάδα ενάντια στα παράσιτα και τα καρτέλ. Ποιοι είναι οι μηχανισμοί που επιτρέπουν διόγκωση των κερδών των μεσαζόντων και άνοδο των τιμών σε μια εποχή υποχώρησης του κόστους εργασίας και σχεδόν μηδενικού εισαγόμενου πληθωρισμού.
Το πρόβλημα είναι και μακρόχρονο – δεν περιορίζεται στα χρέη.
Πράγματι η χώρα πρέπει να βρει λεφτά να κλείσει άμεσα τα μεγάλα ελλείμματα που δημιουργήθηκαν στον δημοσιονομισματικό τομέα. Από την άλλη, όμως, αυτά τα ελλείμματα δεν είναι αποτέλεσμα μόνο κάποιων λανθασμένων επιλογών, ή και λαμογιάς –και οι δύο παράγοντες είναι παρόντες στην ελληνική κοινωνία και οφείλουμε να τους καταπολεμήσουμε- αλλά προκύπτουν κύρια εξαιτίας άλλων παραγόντων (ελλείψεις σε νέες παραγωγικές μονάδες, σε σύγχρονη γραφειοκρατία, οι αλλά Σήμενς εξαρτήσεις στις δημόσιες προμήθειες κοκ). Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας συνδέονται με την έλλειψη ανταγωνιστικότητας. Η τελευταία, όμως, δεν προκύπτει κύρια εξαιτίας του έτσι και αλλιώς συγκριτικά χαμηλού εργατικού κόστους, αλλά εξαιτίας των στρεβλώσεων στην αγορά. Της κυριαρχίας των καρτέλ. Την έλλειψη ρυθμίσεων και ελέγχου στις αγορές. Των μονοπωλιακών και ολιγοπωλιακών καταστάσεων. Πριν από όλα εξαιτίας της έλλειψης επενδύσεων σε κλάδους τεχνολογικής αιχμής και απουσίας κάθε στρατηγικής ειδίκευσης της Ελλάδας στον σύγχρονο παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας. Πρόκειται για αιτίες και παράγοντες που η πολιτική και τα ΜΜΕ με ευκολία θέλουν να ξεχνούν. Στο βαθμό που δεν θα υπάρξουν αλλαγές στις δομές της ελληνικής οικονομίας και δεν αποτραπεί η παραπέρα άδικη ανακατανομή εισοδημάτων και ιδιοκτησίας, η χώρα κινδυνεύει να βρεθεί ενώπιον του κινδύνου μιας νέας και βαθύτερης ύφεσης. Αλλά και σκληρών κοινωνικών συγκρούσεων. Και οι δύο αυτές προοπτικές θα είναι η ταφόπλακα των σημερινών μέτρων, αλλά και της ίδιας της οικονομίας της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, η εξυπηρέτηση σήμερα του χρέους, η μεγέθυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος, θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της αιμορραγίας της χώρας και τη συνεχή απώλεια δυνατοτήτων για παραγωγικές – αναπτυξιακές επενδύσεις. Στο βαθμό που απουσιάζουν οι τελευταίες, στον ίδιο βαθμό θα περιορίζονται και οι προοπτικές της χώρας να μειώσει το χρέος της και να κινηθεί σε έναν «διάδρομο ανάπτυξης». Να αυξήσει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της. Να παράγει, κατά προέκταση, με ποιότητα και υψηλή ειδίκευσης, ώστε να περιορίσει τις εισαγωγές και να αυξήσει τις εξαγωγές. Να διαμορφώσει, κατά συνέπεια, εκείνη την παραγωγική βάση που θα αποτρέψει την επανεμφάνιση των σημερινών προβληματικών καταστάσεων. Για να γίνουν όλα τα πιο πάνω, απαιτείται, επίσης, να κτυπηθεί η παραοικονομία, το μαύρο χρήμα, τα καρτέλ, η λαμογιά και η διευρυνόμενη ανισότητα. Να συνδυαστούν δε, αυτά, με την εγκαθίδρυση αποτελεσματικών και παραγωγικών δημόσιων θεσμών. Με ρυθμίσεις, ώστε η αγορά να διευκολύνει την λειτουργία του οικονομικού ιστού. Να μην τον αποδιαρθρώνει με την «κατάληψη» των κρατικών πόρων και μόνο. Τέλος, να μετακινηθούν οι δραστηριότητες των τραπεζών από την τοκογλυφία, συχνά σε βάτος του δημοσίου, στην στήριξη μέτρων ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της χώρας. Δυστυχώς, όσο οι τράπεζες μπορούν, και μπορούν, να αγοράζουν ομόλογα του δημοσίου με 6,2% για πιο λόγο να δώσουν δάνεια στην κοινωνία στο ύψος του 3,8% - 4,5%;. Και δεν είναι μόνο το γεγονός ότι είναι πιο κερδοφόρο για τις τράπεζες να επενδύσουν στα σαφώς υψηλότερο επιτόκια που δίνει το δημόσιο από τους ιδιώτες στην αγορά, αλλά, επιπλέον, ο δανεισμός αυτός τους δίνει και τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια. Θα μου πει κάποιος ότι αυτό που κάνουν οι τράπεζες είναι λογικό και συνέπεια του συνόλου των προβλημάτων της χώρας. Από μια σκοπιά θα του δώσω δίκαιο. Αλλά όταν οι τράπεζες προσανατολίζονται να μην δανείζουν τους ιδιώτες στο εσωτερικό της χώρας ή εκείνοι που τα έχουν τα πάνε στο εξωτερικό, τότε δεν υφίσταται προοπτική ανάπτυξης και ενίσχυσης της οικονομίας όσα βάρη και να ριχτούν στους ώμους του «μισθωτού εχθρού».
Ο κίνδυνος της ύφεσης απαιτεί ανάπτυξη και οικονομική δικαιοσύνη.
Η προοπτική της ύφεσης επιτείνεται και από το γεγονός ότι το λαϊκό εισόδημα συρρικνώνεται. Και αυτό, διότι τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση αφορούν στρώματα που ότι εισόδημα και αν έχουν, κατά κανόνα το καταναλώνουν. Ο κίνδυνος της ύφεσης είναι υπαρκτός, άρα και της μη αποπληρωμής του δημόσιου χρέους. Ακόμα και ένας πρωτοετής φοιτητής γνωρίζει ότι ο μόνος τρόπος διασφάλισης της αποπληρωμής στο μέλλον των σημερινών υψηλών επιτοκίων δημόσιου δανεισμού είναι η ανάπτυξη. Άρα επανέρχομαι στο πολύ απλό και σαφές σχήμα, χωρίς επενδύσεις και ανάπτυξη η χώρα δεν θα είναι σε θέση να πληρώσει στο μέλλον τα σημερινά δάνειά της. Αυτή την αλήθεια δεν επιτρέπεται να την παραγνωρίζει η οικονομική πολιτική. Για αυτό υποστηρίζω, ότι είναι καιρός, πλέον, να εργαστούμε με στόχο την πραγμάτωση μεγάλων επενδύσεων προκειμένου να διασφαλίσουμε μια καλή μελλοντική θέση της Ελλάδας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Επίσης, να εργαστούμε σκληρά ώστε να εξασφαλιστεί για τι χώρα ο δυνατός φτηνότερος δανεισμός και νέες συνεργασίες για επενδύσεις. Επί παραδείγματι, όταν ισχυρές δυνάμεις της Δύσης έχουν ως σημαντικό δανειστή την Κίνα, εμείς δεν πρέπει να φοβόμαστε να πράξουμε το ίδιο. Διαφορετικά, ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να σκεφτεί, ότι κάποιοι τρίτοι θέλουν να μας απαγορεύσουν ένα δικαίωμα που το εξασκούν οι ίδιοι. Όσο κουτό είναι να σκέφτεται κανείς ότι μπορεί να συνεχίσει η χώρα να πορεύεται, όπως πορεύεται, δηλαδή με ελλείμματα που συνεχώς διογκώνονται, άλλο τόσο δεν είναι σοφό να πιστεύει ότι υπάρχει κάποιο τέλος σε αυτά τα ελλείμματα και σε αυτόν τον δανεισμό χωρίς επενδύσεις και αναπτυξιακή πολιτική. Όπως, λοιπόν, η κυβέρνηση επεξεργάζεται σχέδια για τον δανεισμό και τον περιορισμό των ελλειμμάτων, οφείλει να επεξεργαστεί, ταυτόχρονα, μεγάλα επενδυτικά σχέδια και μέτρα δικαιοσύνης. Προς το παρόν η Πολιτεία τα παίρνει από τους μη έχοντες και τους μη κατέχοντας δημιουργώντας στον δημόσιο χώρο προκαταλήψεις ενάντια ορισμένων κατηγοριών μισθωτών, ως να είναι εκείνοι οι μοναδικοί υπαίτιοι της κρίσης! Καιρός η Πολιτεία να κοιτάξει και αλλού!
Νίκος Κοτζιάς
epirusgate.blogspot.com